Νοεμβρίου 07, 2013

Μανόλης Αναγνωστάκης - Φοβάμαι

Μανόλης Αναγνωστάκης - Φοβάμαι


Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.

Αζίζ Νεσίν - Σώπα, μη μιλάς

Αζίζ Νεσίν - Σώπα, μη μιλάς



Σώπα, μη μιλάς, είναι ντροπή,
κόψ' τη φωνή σου, σώπασε επιτέλους
κι αν ο λόγος είναι αργυρός
η σιωπή είναι χρυσός.

Τα πρώτα λόγια που άκουσα από παιδί
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα μου λέγανε: "σώπασε".

Στο σχολείο μού κρύψανε την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: "εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!"

Με φίλησε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
"κοίτα μην πεις τίποτα, σσσσ....σώπα!"

Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάσταξε μέχρι τα είκοσι μου χρόνια.
Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
"Τι σε νοιάζει εσένα;", μου λέγανε,
"θα βρεις το μπελά σου, σώπα".

Αργότερα φωνάζανε οι προϊστάμενοι
"Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις, σώπα"

Παντρεύτηκα, έκανα παιδιά και τα 'μαθα να σωπαίνουν,
η γυναίκα μου ήταν τίμια κι εργατική κι ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή, που της έλεγε "Σώπα".

Σε χρόνια δίσεκτα οι γονείς, οι γείτονες με συμβουλεύανε:
"Μην ανακατεύεσαι, κάνε πως δεν είδες τίποτα. Σώπα"
Μπορεί να μην είχαμε με δ' αύτους γνωριμίες ζηλευτές
με τους γείτονες, μας ένωνε όμως το Σώπα.

Σώπα ο ένας, σώπα ο άλλος,
σώπα οι επάνω, σώπα οι κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.

Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του "Σώπα".
Και μαζευτήκαμε πολλοί, μία πολιτεία ολόκληρη, 
μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!

Πετύχαμε πολλά, φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε παράσημα,
τα πάντα κι όλα πολύ.
Εύκολα, μόνο με το Σώπα.
Μεγάλη τέχνη αυτό το "Σώπα".

Μάθε το στη γυναίκα σου, στο παιδί σου, στην πεθερά σου
κι όταν νιώσεις ανάγκη να μιλήσεις,
ξερίζωσε τη γλώσσα σου
και κάν' τη να σωπάσει.

Κόψ' τη σύρριζα. Πέτα την στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή
που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.
Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες, τύψεις κι αμφιβολίες.

Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου
και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς να λες "έχετε δίκιο, είμαι σαν κι εσάς"
Αχ! Πόσο θα 'θελα να μιλήσω ο κερατάς.

Και δεν θα μιλάς, θα γίνεις φαφλατάς,
θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς.
Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ' την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε μουγκός.

Αφού δε θα μιλήσεις, καλύτερα να το τολμήσεις
Κόψε τη γλώσσα σου.
Για να είσαι τουλάχιστον σωστός
στα σχέδια και στα όνειρά μου.

Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς
κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα 'ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω

και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα,
με μια κραυγή που θα μου λέει:
ΜΙΛΑ!....

Νίκος Λυγερός: Οι επικίνδυνοι...

Νίκος Λυγερός: Οι επικίνδυνοι... (Μέρος 1/2)

Νίκος Λυγερός. Οι επικίνδυνοι


Οι επικίνδυνοι I

Οι επικίνδυνοι δεν ζούσαν πια.
Τουλάχιστον αυτό πίστευε η κοινωνία της ασφάλειας.
Βέβαια, τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.
Άλλαζαν οι εποχές.
Όχι όμως οι άνθρωποι κι αυτό ήταν το πρόβλημα του συστήματος.
Τα θέατρα είχαν κλείσει. Δεν τα είχε ανάγκη η κοινωνία του θεάματος.
Είχε τελειώσει η παράσταση.
Η σκηνή ήταν πλέον ο ίδιος ο κόσμος.
Η διανομή των ρόλων είχε λήξει.
Όλα έπρεπε να είναι γνωστά για το σύστημα.
Αυτό είχε επιλέξει η κοινωνία της ασφάλειας.
Και κανείς δεν έλεγε τίποτα πια.
Τουλάχιστον αυτό πίστευαν όλοι.
Εκείνη την ημέρα, όμως, όλα άλλαζαν.
Βρέθηκε ένα αντίγραφο του κώδικα.
Όλοι ήξεραν ότι ήταν αδύνατο.
Όλοι ήξεραν ότι δεν υπήρχε πια κανένας κώδικας.
Κι όμως το αντίγραφο ήταν γνήσιο.
Είχε πάνω ακόμα και τη σφραγίδα του απαγορευμένου.
Ο ελεγκτής ξανακοίταξε το έγγραφο.
Δεν μπορούσε να καταλάβει πώς είχε βρεθεί στα χέρια του.
Μήπως κάποιος του είχε στήσει μια παγίδα;
Δεν ήξερε τι να κάνει...
Η αναφορά ήταν υποχρεωτική. Αυτό ήταν το μόνο σίγουρο.
Αλλά πώς να καταγράψει στην έκθεσή του ένα ανύπαρκτο γεγονός;
Ποιος θα τον πιστέψει;
Μετά σκέφτηκε ότι σ’ αυτό το υπουργείο, κανείς δεν πίστευε κανέναν.
Ακόμα και να το έλεγε, θα τον κατηγορούσαν.
Μήπως γι’ αυτό το λόγο τον είχαν βάλει στο υπόγειο.
Μόνο δυο γράμματα ξεχώριζαν το υπόγειο από το υπουργείο.
Όμως αυτά τα δύο γράμματα είχαν στιγματίσει τη ζωή του.
Ήταν το δικό του Α και Ω.
Διάβαζε ρώσικη λογοτεχνία...
Κρυφά βέβαια...
Εκεί που δούλευε δεν είχε άλλη επιλογή.
Το έργο του Фёдор γέμιζε τη σκέψη του
Αλλά εκείνη τη στιγμή θυμήθηκε τον Лев.
Τι να κάνει;
Να καταγράψει μία πληροφορία που δεν υπήρχε;
Ή να μην πει τίποτα για κάτι που υπήρχε;
Στις δύο περιπτώσεις, θα τον κατηγορούσαν.
Αυτό ήταν το μόνο σίγουρο.
Αλλά αυτή η βεβαιότητα δεν τον βοηθούσε καθόλου για να ξεπεράσει τη στιγμή αβεβαιότητας που ζούσε άθελά του.
Το έγγραφο δεν έλεγε πολλά, αλλά υπήρχε.
Κατά κάποιο τρόπο οι δαιμονισμένοι ζούσαν.
Ήταν μία απλή σελίδα.
Ανήκε σε μία πράξη ενός θεατρικού.
Οι Δημιουργοί.
Το κείμενο ήταν στα γαλλικά.
Ήξερε αρκετά καλά αυτή τη γλώσσα.
Την είχε μάθει για να διαβάζει τα ρώσικα.
Κάθε φορά που έδινε αυτή την εξήγηση στους φίλους του, τους ξάφνιαζε.
Κι όμως δεν έλεγε ψέματα.
Στη ρωσική λογοτεχνία εκείνης της εποχής υπήρχαν ολόκληρες φράσεις στα γαλλικά. Και γι’ αυτό το λόγο είχε την εντύπωση ότι ζούσε εκείνη την εποχή.
Μάλλον πίστευαν το ίδιο κι οι φίλοι του.
Αλλιώς, γιατί να του κάνουν δώρο εκείνες τις δύο δωδεκάδες ποτήρια για λευκό και κόκκινο κρασί;
Τι δεν θα έδινε εκείνη τη στιγμή, για να πιεί ένα ποτήρι Merlot.
Το κείμενο τον είχε επηρεάσει.
Σκεφτόταν ήδη στο μυαλό του αδύνατα πράγματα.
Λες και τον είχαν αγγίξει οι επικίνδυνοι.
Εξέτασε και πάλι την παράξενη σελίδα.
Κάποιος την είχε σκίσει από το βιβλίο.
Όσο για τη σφραγίδα, οι υπηρεσίες δεν άφηναν καμία αμφιβολία.
Αυτές την είχαν πάρει.
Αλλά πώς είχε βρεθεί σ’ αυτό το υπουργείο.
Μόνο ένας μπορούσε να του λύσει την απορία.
Είχαν σπουδάσει στην ίδια σχολή.
Έφυγε να πάει να τον βρει σ’ ένα άλλο υπόγειο.




Ο υπόγειος κόσμος II


Ήταν στο γραφείο, όταν χτύπησε την πόρτα. Δεν περίμενε την άδειά του. Του άρεζε να του κάνει εκπλήξεις. Μια φορά του είχε φέρει ένα μπουκάλι με μια παράξενη ετικέτα…
Τώρα όμως τα πράγματα ήταν πολύ πιο σοβαρά.
Τον κοίταξε στα μάτια κι εκείνος κατάλαβε ότι κάτι πήγαινε στραβά.
Κάθισε απέναντί του.
Δεν ήξερε από πού ν’ αρχίσει…
Το άναρχο κείμενο ήταν στην τσάντα του.
Την άνοιξε προσεχτικά.
Έβγαλε ένα φάκελο.
Άκρως απόρρητο.
Και τον έβαλε πάνω στο τραπέζι.
Ήταν το πρώτο βήμα.
Αλλά ο φίλος του ως σκακιστής αναγνώρισε την πρώτη κίνηση.
Ως μοναδική απάντηση πήρε το φάκελο.
Τον άνοιξε.
Όταν ο φίλος ακούμπησε το έγγραφο, η καρδιά του πήγε να εκραγεί.
Δεν είπε τίποτα όμως.
Περίμενε να δει την αντίδραση.
Δεν υπήρξε αντίδραση.
Είχε κλείσει το φάκελο και του τον επέστρεψε.
Μόλις τον έβαλε στην τσάντα του άκουσε για πρώτη φορά το φίλο του.
- Αυτός ο φάκελος δεν υπάρχει.
- Σωστά. Υπήρξε όμως;
- Ο φάκελος, όχι…
- Και το έγγραφο;
- Ποιο έγγραφο;

Μόνο τότε κατάλαβε πραγματικά πόσο επικίνδυνο ήταν αυτό που βρήκε. Ο φίλος του του είχε εξηγήσει με μερικά λόγια ότι το έγγραφο υπήρχε, ότι όντως η σφραγίδα άνηκε στις υπηρεσίες κι ότι δεν έπρεπε να κάνει αναφορά, τουλάχιστον προς το παρόν.
Περίμενε την επόμενη κίνηση.
Πριν την κάνει όμως, θυμήθηκε το ρητό του δασκάλου.

* Υπάρχει τρόπος να αποφύγεις την ήττα σ’ ένα χαμένο παίγνιο: δεν παίζεις.

Όποια και να ήταν η επόμενη κίνηση, ήταν λανθασμένη.
Αυτή η γνώση επέτρεπε άλλο παίγνιο.

* Δεν υπάρχει επόμενος του μηδενός στους πραγματικούς αριθμούς. Διότι κάθε υποψήφιος αριθμός θα ήταν μεγαλύτερος από το μισό του.

Δεν έπρεπε να παίξει.
Αυτό του είπε ο φίλος του.
Δεν υπήρχε σωστή απάντηση στο ερώτημα του παιγνίου.
Τον ξανακοίταξε στα μάτια.
Κι αναγνώρισε το βλέμμα του.
Το είχε δει παλιά.
Είχε πέσει στην παγίδα.
Το άναρχο κείμενο ήταν ένα μήνυμα.
Ποιος να του το έστειλε όμως;
Αφού οι επικίνδυνοι δεν υπήρχαν πια.
Αυτό δεν τους έλεγαν συνεχώς στο υπουργείο;
Τότε θυμήθηκε ότι ο φίλος του είχε εκφράσει αμφιβολίες γι’ αυτήν την βεβαιότητα.

* Μόνο η ασφάλεια παράγει κινδύνους. Ο κίνδυνος παρέχει ασφάλεια.

Γιατί αυτές οι σκέψεις του δασκάλου έπαιρναν επιτέλους ένα νόημα τώρα;
Δεν υπήρχε βέλτιστη λύση.
Έπρεπε να βρει μια ανθεκτική.
Αλλαγή παιγνίου.
Του μίλησε για τον Παυσανία.
Τον είχε διαβάσει.
Το ήξερε.
Αλλά δεν τον είχε πάει στα τείχη της αρχαίας πόλης που φύλαγαν κάποια σπάνια κυπαρίσσια.
Του μιλούσε για μια σελίδα ενός βιβλίου.
Δίχως να κάνει τη μυστική αναφορά.
Έτσι μίλησε δίχως να πει τίποτα.



Σκοτεινές υπηρεσίες III


Εδώ και χρόνια, οι υπηρεσίες είχαν πάρει τον έλεγχο.
Κανείς δεν μπορούσε να τις αποφύγει.
Ακολουθούσαν τη γραμμή των σκληρών καθεστώτων.
Δεν άφηναν κανένα περιθώριο.
Για τις υπηρεσίες, μόνο ο εχθρός ήταν σίγουρος.
Κι ήταν σίγουρες για όλους τους εχθρούς.
Δεν υπήρχαν φίλοι.
Θεωρούσαν ότι ο καθένας ήταν εν δυνάμει ένας προδότης κι άρα ένας εχθρός.
Η αντίδραση του φίλου του, του άνοιξε τα μάτια.
Το έγγραφο δεν ήταν μία παγίδα.
Ο κώδικας ήταν ένα μυστικό μήνυμα.
Κάποιος είχε κλέψει αυτή τη σελίδα.
Ήταν μία απόδειξη του εγκλήματος που είχαν διαπράξει οι υπηρεσίες.
Ο κώδικας υπήρχε κι ήταν στην κατοχή τους.
Τόσα χρόνια διοχέτευαν ψέματα στο υπουργείο.
Οι επικίνδυνοι υπήρχαν.
Μόνο που οι υπηρεσίες είχαν εξαφανίσει το έργο τους.
Ήταν άραγε ένας επικίνδυνος που του είχε στείλει το μήνυμα;
Σε κάποια φάση, φαντάστηκε ότι όλο αυτό ήταν ένα όνειρο.
Αυτό δεν έλεγε η κοινωνία της ασφάλειας;
Ο καθένας μπορούσε να έχει το δικό του όνειρο.
Αρκεί να μην το υλοποιεί, συμπλήρωναν οι υπηρεσίες.
Έτσι είχαν έρθει αντιμέτωπες με τους επικίνδυνους.
Ήταν οι άνθρωποι χωρίς όνειρα.
Η σκέψη τους ήταν η δράση τους.
Η δράση τους ήταν το έργο τους.
Οι υπηρεσίες δεν μπορούσαν να τους ελέγξουν.
Κι ο λόγος ήταν απλός.
Έλεγχαν όλα τα όνειρα.
Οι υπηρεσίες κατέγραφαν όλα τα όνειρα των ατόμων.
Παλιά έλεγχαν την πραγματικότητα.
Με την πάροδο του χρόνου, αντιλήφθηκαν ότι έπρεπε ν’ αλλάξουν στρατηγική, για να προβλέψουν τις ταραχές. Έτσι επικεντρώθηκαν στα όνειρα των ατόμων.
Ο πόλεμος των ονείρων είχε αντικαταστήσει κάθε πόλεμο.
Υπήρχε όμως ένα πρόβλημα, ένα σοβαρό πρόβλημα: οι άνθρωποι χωρίς όνειρα, οι λεγόμενοι επικίνδυνοι.
Τα συστήματα των υπηρεσιών δεν μπορούσαν να τους καταγράψουν και να τους ελέγχουν. Γι’ αυτόν το λόγο κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον τους.
Οι επικίνδυνοι ήταν οι εχθροί της κοινωνίας της ασφάλειας.
Μετά από δεκαετίες, οι υπηρεσίες ανακοίνωσαν ότι είχαν εξοντώσει κάθε επικίνδυνο κι ότι κανείς πια δεν έγραφε για το έργο τους, το οποίο είχε καταστραφεί.
Μόνο που ήταν ψέμα, όπως το ανακάλυψε ο ελεγκτής του υπουργείου που δούλευε στο υπόγειο.
Ανακάλυψη ή αποκάλυψη;
Αυτό ήταν το ερώτημά του τώρα.
Διότι η ανακάλυψή του ήταν ένα μήνυμα ενός αγνώστου.
Θυμήθηκε τις Λευκές Νύχτες.
Ήταν πριν τον Ηλίθιο.
Κάτι έλειπε στις πληροφορίες που είχε.
Παραπληροφόρηση.
Σκέφτηκε ότι για να μην κατηγορηθεί, έπρεπε να βρει πού έκρυβαν το έργο των επικίνδυνων. Κάποιος έπρεπε να τον βοηθήσει με τους υπολογιστές. Μόλις εξέφρασε ελεύθερα την ιδέα του, θυμήθηκε τον άλλο φίλο του από τη σχολή. Εκείνος είχε ζήσει από κοντά το δάσκαλο, λόγω της εργασίας του. Έτσι ήξερε για παραπληροφορήσεις. Ήταν τώρα υπεύθυνος για τα συστήματα πληροφορικής σε μία άλλη σχολή. Αυτός σίγουρα θα μπορούσε να του βρει στοιχεία. Αυτή τη φορά δεν πήρε το έγγραφο μαζί του.
Είχε αποθηκεύσει ένα αντίγραφο στο κλειδί του.
Ένας κώδικας σ’ ένα κλειδί.

* Όταν βλέπεις πόρτα, ψάξε για το κλειδί.

Τώρα είχε το κλειδί κι έψαχνε την πόρτα για να βρει τον κώδικα.
Πριν όμως έπρεπε να σπάσει μερικούς κώδικες με το φίλο του δίχως να το αντιληφθούν οι υπηρεσίες.
Δεν υπήρχε πια μυστικότητα.
Ίσως ήταν αυτό το πρώτο μήνυμα.
Μετα-μήνυμα.
Σε κάθε περίπτωση, η διαρροή ήταν γεγονός.
Το έργο των επικίνδυνων ξεχείλιζε και πάλι στην πραγματικότητα.
Ο εφιάλτης των υπηρεσιών είχε αρχίσει.



Νίκος Λυγερός. Οι επικίνδυνοι


Η σχολή των οραμάτων IV


Ο φίλος του εξέτασε προσεχτικά το κλειδί.
Φαινομενικά, δεν αποτελούσε κίνδυνο για κανένα.
Αλλά μόνο φαινομενικά.
Το άνοιξε προσεχτικά.
Καμία εικόνα.
Μόνο κείμενο.
Ένα γαλλικό κείμενο κι ένα ρωσικό θέμα.
Εδώ σ’ αυτή τη σχολή... Ήταν αδύνατον.
Δεν τόλμησε να τον κοιτάξει στα μάτια.
Με το βλέμμα του πάνω στην οθόνη έβλεπε ήδη πολλά.

- Αντιλαμβάνεσαι τι βρήκες;
- Για να πω την αλήθεια, έχω μόνο υποψίες...
- Υπάρχουν!
- Είναι αλήθεια, λοιπόν...
- Απολύτως!
- Και τι κάνουμε τώρα;
- Αρχίζουμε την έρευνα...

Είχαν καταρρεύσει με μιας όλα τα χρόνια της παραπληροφόρησης.
Τα πέτρινα χρόνια κι ο ψυχρός πόλεμος έπαιρναν ένα άλλο νόημα.
Κάθισε δίπλα του στην οθόνη.
Διάβασαν μαζί το απίστευτο κείμενο.
Γιατί να το κρύψουν οι υπηρεσίες;
Κι ειδικά αυτή τη σελίδα...
Τι έλεγε, άραγε, όλο το κείμενο;
Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα του γραφείου του.

- Ποιος είναι;
- Οι υπηρεσίες!

Πώς ήταν δυνατόν; Τόσο γρήγορα.

- Εμπρός! Έκανε ότι μιλούσε στο τηλέφωνο... Κοίταξε το φίλο του...

Δεν υπήρχε άλλη λύση. Συνέχιζε να μιλάει δυνατά, ενώ άδειαζε το κλειδί.
Σκόνη του Kantor.
Το κείμενο ήταν πλέον παντού και πουθενά.

- Ανοίξτε!
- Ναι, παρακαλώ!

Θαύμασε την ψυχραιμία του φίλου του, αλλά και την αποτελεσματικότητά του.
Είχαν στείλει μία γυναίκα, βέβαια.
Εκείνη άνοιξε την πόρτα με αποφασιστικότητα.
Σηκώθηκαν για να τη χαιρετίσουν, αλλά τους έκανε νόημα να παραμείνουν στις θέσεις τους.
Ήξεραν αυτό το ύφος.
Δεν έδειξαν, όμως, την απέχθειά τους.
Τουλάχιστον αυτό πίστεψαν.

- Δεν ήξερα ότι εργάζεστε κι εσείς εδώ...

Αυτή η επίδειξη της ψεύτικης άγνοιας τον καθήλωσε.
Δεν ήξερε τι να πει.
Ευτυχώς μίλησε ο φίλος του.

- Τον έφερα, για να τον συμβουλευτώ!
- Σε τι μπορεί να είναι ωφέλιμος ένας υπάλληλος του υπογείου;

Ήταν η αιώνια ερώτηση της εφήμερης ζωής του.
Αλλά ήξερε την απάντηση που ήθελε.
Θυμήθηκε τη Μεταμόρφωση του Κάφκα.

- Ακόμα κι οι μύγες πετούν.
- Σωστά! Το πρόβλημα δεν είναι γιατί αλλά για πού...

Σε αυτό δεν είχε πια απάντηση...
Τόσα χρόνια που πετούσε, δεν ήξερε ότι θα προσγειωθεί σ’ ένα υπόγειο. Και τώρα που ήταν στο υπόγειο, μ’ εκείνο το παράξενο κείμενο, ένιωθε για πρώτη φορά ελεύθερος να πετάξει.
Δίχως να το αντιληφθεί ο ίδιος είχε γίνει επικίνδυνος.
Δεν είχε πια όνειρα και τον εντόπισε το σύστημα.
Πριν κινηθεί καν, η σκοτώστρα είχε πέσει πάνω του.
Αποστολή εξετελέσθη.
Ο φίλος του έμεινε ακίνητος.

- Σε ποιον μιλούσατε στο τηλέφωνο;
- Σ’ έναν τεχνικό.

Δεν ήταν η σωστή απάντηση. Εκείνη πάτησε στο τηλέφωνο για να δει την προηγούμενη κλήση.
Είχε στη διάθεσή του μία στιγμή μόνο. Κοίταξε τον νεκρό του φίλο.
Τότε έγινε επικίνδυνος.



Όταν έπεσε η σκόνη V


Η σκόνη είχε πέσει πάνω σε όλο το διαδίκτυο.
Ούτε ο ίδιος δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί την τελευταία του πτήση.
Κανείς δεν είχε πεθάνει εξαιτίας του σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Και τώρα που πέθανε, οι υπηρεσίες είχαν χάσει ένα μέλος τους.
Ουσιαστικά, ο φίλος του είχε αυτοκτονήσει, διότι όλες οι υπηρεσίες θα τον αναζητούσαν.
Αλλά δεν θα το έβαζε κάτω τόσο γρήγορα.
Ήταν θέμα ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Ήρθε σ’ επαφή με την παλιά του ομάδα.
Δίχως να ξέρει τις προηγούμενε κινήσεις του φίλου του.
Τώρα κάθε λεπτό της ζωής του μετρούσε.
Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει.
Ήταν εκτός ισορροπίας.
Απόλυτη δημιουργικότητα.
Δεν πίστευε ο ίδιος τις δυνατότητες που είχε.
Πληκτρολογούσε ασταμάτητα.
Ολιστική προσέγγιση.
Έπρεπε να εξαφανιστεί κι ο ίδιος, πριν τον εντοπίσουν.
Πριν όμως, θα πάλευε με το σύστημα.

* Πλάγια επίθεση.

Δεν είχε άλλη επιλογή.
Το κείμενο διαβιβάστηκε σε όλο το πεδίο με τα προσαρμοσμένα πρωτόκολλα του δασκάλου.
Όλοι τους κινδύνευαν όσο πίστευαν ότι δεν υπήρχαν οι επικίνδυνοι.
Έπρεπε να κάνει την επαφή.
Αλλά όχι ο ίδιος.
Πλασματική πραγματικότητα.
Το κείμενο άγγιξε όλη την ομάδα.
Αλλά κανείς δεν το ήξερε.
Είχε τεμαχίσει την παρτιτούρα.

* Πέντε κινήσεις για μία σιωπή.
* Υπήρχαν λοιπόν...

Αυτό σκέφτηκε, όταν έκλεισε για πάντα τον υπολογιστή της σχολής. Πριν πολλά χρόνια, είχε έρθει να μάθει την αποστολή της ζωής του και τώρα που είχε επιστρέψει, έμαθε την αποστολή του θανάτου του.
Πόσο ήταν παράξενα τα πράγματα.
Τόσα χρόνια ζούσαν για όνειρα ανούσια.
Και τώρα έπρεπε να πεθάνουν για οράματα.
Πριν κλείσει οριστικά το γραφείο του, έβαλε μουσική.
Isaac Stern, βιολί.
Leonard Rose, τσέλο.
Eugene Istomin, πιάνο.
Ludwig van Beethoven (1770 – 1827).
Klaviertrios.
Πριν συναντήσει και πάλι τον παλιό του φίλο, δεν ήξερε τι δεν θα έδινε για ν’ ακούσει αυτά τα έργα.
Τώρα ήξερε...
Τη ζωή του.
Δεν υπήρχε πια τίποτα άλλο μέσα στη σχολή.
Ο νεκρός του φίλος κι η μουσική.
Είχε παίξει σ’ ένα παίγνιο, όπου δεν υπήρχαν κανόνες.
Κι είχε χάσει.
Προς το παρόν.
Αλλά η σκυτάλη δεν είχε πέσει.
Τώρα που είχε απλωθεί η σκόνη...
Όλοι θα μάθαιναν για τους επικίνδυνους και την ιστορία τους.
Ήταν η μουσική της σιωπής.
Όταν τελείωσε το έργο, ενεργοποίησε την ασφάλεια κι ανατινάχτηκε όλο το γραφείο.
Δεν είχε αφήσει ίχνος.
Μόνο μαθηματική σκόνη στο διαδίκτυο...
Τα αποσιωπητικά του κώδικα.
Φεύγοντας κοίταξε τον τάφο του φίλου του κι είδε τη θάλασσα.

* Ήταν απλός, σαν τον ωκεανό.

Επιστροφή στον κώδικα.



Νίκος Λυγερός: Οι επικίνδυνοι... (Μέρος 2/2)